:: Η πύλη των ορεινών προορισμών στην Ελλάδα ::
Language ELEN
 

Διαδρομές » Τζουμέρκα: Ανάβαση στη Στρογγούλα

Ό,τι γράφεται, είναι πρώτα για μας, γι' αυτό και δεν διεκδικούμε τίποτα περισσότερο από μια ημερολογιακή καταγραφή αυτών που ζήσαμε. Αναφέρομαι στην επίσκεψη της ομάδας του e-ecology.gr στην περιοχή των Τζουμέρκων, στις 28-31/10/2004. Από τους δέκα (Γλυκερία, Βαγγέλης, Μίνα, Δημήτρης, Ελένη, Κώστας, Βάσω, Στέφανος, Μπάμπης και Βασίλης) τελικά που είχαμε αυτή την τύχη, κανείς μας δεν είχε επισκεφθεί την όμορφη αυτή περιοχή της Ηπείρου άλλη φορά. Μια περιοχή με ξεχωριστή προσωπικότητα, που βρίσκεται στους Νομούς Άρτας και Ιωαννίνων, δυτικά του Νομού Τρικάλων και νότια του Μετσόβου.

Πολύ δύσκολα βρήκαμε να μείνουμε, αφού δέκα μέρες νωρίτερα ήταν όλα κλειστά. Αυτό που μας είπαν όλοι, είναι ότι τα τριήμερα έχουν φουλ κάλυψη όλοι οι ξενώνες και τα καταλύματα. Αλλά πόσα τριήμερα έχει ο χρόνος... Τον υπόλοιπο καιρό δεν έχει πολύ κόσμο. Οι υποδομές είναι σχετικά λίγες, ένας - δύο ξενώνες σε κάθε χωριό. Βρίσκουμε ότι ο τουρισμός έχει μια αργή αλλά σταθερή άνοδο, με σεβασμό, ακόμα, στην παράδοση και στα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά. Αυτό μας αρέσει και το επικροτούμε. Η καθυστέρηση οφείλεται και στην απόσταση από τα κέντρα, Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αλλά και στην όχι και τόσο καλή ποιότητα των δρόμων.

Ορεινή και δασωμένη περιοχή, με αρκετές κορυφές και εντυπωσιακό ανάγλυφο, χωριά χωμένα μέσα στο πράσινο, χωριά με το γνωστό παραδοσιακό ηπειρώτικο στοιχείο, μαστοροχώρια, βλαχοχώρια με μπόλικη ιστορία και παράδοση. Διασχίζεται από τον ποταμό Άραχθο και τη χαράδρα του, ένα ποτάμι με 55 γεφύρια, με το πιο γνωστό, το μεγαλύτερο μονότοξο των Βαλκανίων, το Γεφύρι της Πλάκας.

Άνθρωποι φιλόξενοι, κατά το πλείστον αυτή την εποχή ηλικιωμένοι, καλοσυνάτοι, με αισιόδοξο βλέμμα και χαμόγελο. Το καλοκαίρι, όπως λένε και οι ίδιοι έχει αρκετό κόσμο, έχει και νέους, που όλο και περισσότερο αρχίζουν να αγαπάνε τα χωριά που γεννήθηκαν οι γονείς τους και οι παππούδες τους.

Η βασική πρόσβαση είναι από Άρτα και από Γιάννενα. Υπάρχει και χωματόδρομος από την Ανθούσα - Ματσούκι και από Χαλίκι - Καλαρρύτες, όμως είναι δύσβατος και δεν συνιστάται. Εμείς αποφασίσαμε να πάμε από τα Τρίκαλα. Μετά την Πύλη και πριν την Ελάτη στρίβουμε αριστερά, βορειοδυτικά για Μεσοχώρα. Διασχίσαμε μια αρκετή απόσταση χωματόδρομο μετά το φράγμα, στο τμήμα που γίνονται τα έργα για τη διάνοιξη του νέου αυτοκινητοδρόμου Τρικάλων, Άρτας και Ιωαννίνων, με γέφυρες και σήραγγες. Τα πρώτα μεγάλα χωριά, που συναντάμε στο Νομό Άρτας, είναι το Αθαμάνιο και το Βουργαρέλι. Από κει τα Άγναντα, που εμείς θέλουμε να φθάσουμε, είναι περίπου 42 χιλιόμετρα.

Τα Άγναντα

Άγναντα, πρωτεύουσα του Δήμου Αγνάντων, στους πρόποδες της Στρουγγούλας, υψόμετρο περίπου 750 μέτρα, στο κέντρο της ευρύτερης περιοχής των Τζουμέρκων με πολλά νερά, βρύσες, νερόμυλους, πλατάνια, γενικά πολύ βλάστηση. Όμορφο χωριό κυριολεκτικά μέσα στο πράσινο, με σπίτια συνηθισμένα όμως, χωρίς το ιδιαίτερο ηπειρώτικο στοιχείο. Μείναμε στα ενοικιαζόμενα δωμάτια του Χριστοβασίλη και του Γιαννούλα. Ο μοναδικός ξενώνας «ΤΟ ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΤΩΝ ΤΖΟΥΜΕΡΚΩΝ» του Γιάννη Γιαννούλα δεν είχε ελεύθερα δωμάτια. Όμως οι ορειβάτες προσαρμόζονται εύκολα σε όλες τις συνθήκες, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις.

Ο Καταρράκτης

Φθάσαμε κατά τις τρεις το απόγευμα και χωρίς καλά καλά να τακτοποιηθούμε στα δωμάτια, φύγαμε για το χωριό Καταρράκτης για χαλαρό περπάτημα. Πάνω από το χωριό είναι ο καταρράκτης, που δίνει και το όνομα στο χωριό. Σε μικρή απόσταση υπάρχει το όμορφο πέτρινο τουριστικό περίπτερο από όπου ξεκινάει το καλντερίμι, που οδηγεί στο ρέμα και στον καταρράκτη, κι από κει στο χωριό, και απέναντι στο δασικό χωριό. Συνεχίσαμε νοτιοανατολικά προς το καταφύγιο και κάτω από την κορυφή Καταφίδι για 2,5 ώρες περίπου. Σκηνικό και η ώρα είναι κατάλληλη για φωτογραφία με τον καταρράκτη και τα νερά, τις αγελάδες που έβοσκαν στον ορίζοντα, τα πρόβατα και το σκύλο, τα ωραία χρώματα του ουρανού και τις σκιές που έριχνε ο ήλιος μέσα από τα σύννεφα πλησιάζοντας στη δύση. Ο Μήτσος ήταν στις καλύτερές του. Το απολάμβανε δίνοντας σε κάθε στιγμή μαθήματα φωτογραφίας σε όλους μας, αποτυπώνοντας τα χρώματα, τις σκιές και το ανάγλυφο του ορεινού τοπίου, αλλά και τις γραμμές των αεροπλάνων στον ουρανό.

Το βράδυ χαρήκαμε τη ζεστή φιλοξενία και τη συζήτηση με τους θαμώνες στο μικρό καφενείο στην πάνω πλατεία του χωριού, συζητήσαμε για την ανάβαση στη Στρογκούλα και τη διαδρομή με μαθήματα «επί χάρτου» και ντόπιο τσίπουρο από τα μαύρα σταφύλια, τα ζαμπέλα. Εμείς στην Ευρυτανία τα λέμε «φράουλα». Στη συνέχεια φαγητό στην ταβέρνα ΠΑΝΟΡΑΜΑ.

Η ανάβαση στην Στρογκούλα (2107 μέτρα)

Ο βασικός σκοπός της παρουσίας μας στα Τζουμέρκα και ο κορμός του προγράμματος ήταν η ανάβαση στην Στρογκούλα. Όταν φτιάχναμε το πρόγραμμα, με βάση και τη διαμονή στα Άγναντα, μας «έκατσε» αυτή η κορυφή κι αυτή η διαδρομή. Θα μπορούσε να ήταν το Καταφίδι (2393μ) που είναι και ψηλότερο, αλλά κάθε φορά κάτι συμβαίνει και οριστικοποιείς ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Αναχωρήσαμε κατά τις 8:30 με δύο αυτοκίνητα. Βγαίνοντας από το χωριό στρίβουμε αμέσως δεξιά στον ανηφορικό τσιμεντόδρομο και στη συνέχεια παίρνουμε ένα δύσκολο για τα αυτοκίνητα χωματόδρομο με αρκετές πέτρες. Υποχρεωθήκαμε να αφήσουμε τα αυτοκίνητα αρκετά κάτω από το εκκλησάκι της Ανάληψης, που ήταν ο προορισμός μας Συνεχίσαμε το δασικό δρόμο ανεβαίνοντας με πολλές στροφές μια διαδρομή όμορφη, μέσα στο πράσινο με το πλούσιο δάσος από έλατα, πεύκα, γαύρους, αγριάμπελες, με πολλά χόρτα και λουλούδια της εποχής, κυκλάμινα, αρωματικά βότανα, μέντες και φουσκλούνια.

Λίγο πριν το τέλος του δασικού δρόμου, στα τελευταία έλατα, παίρνουμε το μονοπάτι αριστερά και πάνω και συναντάμε μια στάνη δίπλα σε ένα - δυο έλατα, με μια βρύση στην άκρη και τυρί αποθηκευμένο πρόχειρα στους τενεκέδες σκεπασμένο με νάιλον. Τυρί φρέσκο από τα δίφορα, όπως μας εξήγησε ο νεαρός γιος του τσοπάνη, που ήρθε με το αγροτικό να πάρει μερικά δοχεία. Είναι αυτός που βοήθησε τη Μίνα να γυρίσει στο χωριό παίρνοντας την απόφαση να αποφύγει την μεγαλύτερη κούραση της απότομης ανάβασης. Χρειάζεται μερικές φορές περισσότερη αυτοπεποίθηση και υπομονή από όλους μας, αυτό είναι άλλωστε η ορειβασία, να νικάμε τις αδυναμίες μας και να δοκιμάζουμε τα όριά μας. Αυτά για τη Μίνα. Βέβαια ο καθένας ξέρει καλύτερα τα όριά του και τις αντοχές του ή έχει τη δική του αντίληψη για το βουνό.

Συνεχίζουμε με τραβέρσα αριστερά. Το μονοπάτι περνάει τη ράχη της πλαγιάς, ξαναγυρίζει και συνεχίζει ολόραχα, περνάει δίπλα σε μια γκρεμισμένη καλύβα, συναντάει τα σκαλιά στο βράχινο ταμπλό μπροστά μας, σχεδόν κατακόρυφα και λίγο δεξιά, και βγαίνει στην ράχη ψηλά, έχοντας δεξιά τη Ρόκα, το Γερακοβούνι και το Καταφίδι και αριστερά δυτικά κι απέναντι, σε μικρή απόσταση, τη Στρογκούλα.

Εμείς ανεβήκαμε αριστερότερα στο χαλιά, με ευθύνη θα έλεγα περισσότερο του Κωστή, που επέλεξε από νωρίτερα μια κάθετη ανάβαση στο βράχο. Έτσι το τμήμα αυτό βγήκε δύσκολα, ιδιαίτερα μετά τον ελαφρύ τραυματισμό του Βαγγέλη και την πυκνή ομίχλη, που μας έκρυψε το βουνό. Αποφασίσαμε να μη συνεχίσουμε, γιατί ο τραυματισμός και η ομίχλη δεν επέτρεπαν. Όμως η αποστολή ολοκληρώθηκε εν μέρει, γιατί ο Κωστής ανέβηκε στην κορυφή. Του λέμε και γραπτά τα συγχαρητήριά μας και τον ευχαριστούμε, που έσωσε την τιμή της ομάδας, για να μη μας θεωρεί αχάριστους. Αλλά αυτό δεν πρέπει να ξαναγίνει, γιατί «όποιος φεύγει από τη στρούγκα τον τρώει ο λύκος» κι ας πηγαίνει στη «στρουγκούλα»... Ειδικά όταν το βουνό είναι άγνωστο και ξέρουμε ότι έχει σχετική δυσκολία και ότι το πίσω μέρος έχει απότομο βράχο με αρνητική κλήση πάνω από 300 μέτρα. Στην κορυφή τελικά, λέει ο Κωστής, υπάρχει μια μικρή φυσική στρούγκα, ίσως από κει είναι και το όνομά της. Το κατέβασμα είναι άνετο ακολουθώντας ακριβώς το μονοπάτι.

Μια εύκολη και χαλαρή ανάβαση, συνολικά 8 ώρες, με τα ανεπάντεχα, τους τραυματισμούς και την ομίχλη. Σε άλλες συνθήκες ο χρόνος πρέπει να είναι λιγότερος. Όμως σε συνθήκες χιονιού πρέπει να έχει αρκετή δυσκολία και θέλει εξοπλισμό.

Βράδυ και σχεδόν στο σούρουπο φύγαμε να επισκεφθούμε τα Πράμαντα και τους Μελισσουργούς για καφέ και φαγητό. Δεν ήταν η καταλληλότερη ώρα να δούμε τα δύο χωριά, αλλά και η κούραση δεν επέτρεψε για κάτι ιδιαίτερο.

Καλαρρύτες και Συρράκο

Το Σάββατο, μετά το χαλαρό ξύπνημα, φύγαμε κατά τις 10 το πρωί για τους Καλαρρύτες, περίπου 45 λεπτά από τα Άγναντα με το αυτοκίνητο. Μετά το χωριό Χριστοί συναντήσαμε και σταματήσαμε να επισκεφθούμε τη Μονή Κηπίνας. Ένα μοναστήρι κρεμασμένο κυριολεκτικά στο βράχο κτισμένο τον 12ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια της εθνικής αντίστασης εκεί κρύβονταν αντιστασιακοί μέσα σε ειδικές κρύπτες. Σήμερα δεν έχει μοναχούς και τα κλειδιά τα έχει ο παπάς στους Χριστούς. Ήρθε και μας άνοιξε και με μεγάλη ευχαρίστηση μας ξενάγησε στο εσωτερικό του μοναστηριού. Το μοναστήρι έχει δυνατότητα φιλοξενίας για διανυκτέρευση σε δύο - τρία κελιά. Να μια ακόμα περίπτωση καταλύματος...

Περάσαμε το ρέμα και ανεβαίνοντας πρόβαλε μπροστά μας το χωριό Καλαρρύτες. Ένα πέτρινο εντυπωσιακό χωριό, με καλντερίμια και χωρίς βέβαια αυτοκίνητα στο εσωτερικό του. Περάσαμε από τον μικρό ξενώνα του Παύλου και στη συνέχεια πήγαμε για καφέ και γλυκό στο «καφεπαντοπωλείο - οβελιστήριο - ενοικιαζόμενα δωμάτια» του Ναπολέοντα Ζάγκλη, το μοναδικό στο χωριό. Εκεί και η Πέπυ, που παραστατικά και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον μας ενημέρωσε για το χωριό και τη περιοχή, καθώς και για την διαδρομή που αυτή ακολουθεί φεύγοντας για την Αθήνα, την παραδοσιακή διαδρομή που ακολουθούσαν οι πατεράδες και οι παππούδες τους φεύγοντας για Θεσσαλία: Καλαρρύτες - Ματσούκι - Ανθούσα. Ο δρόμος σήμερα είναι πολύ άσχημος, ακόμα και για 4x4. Για να ξεκινήσει κανείς να πάει απ' αυτόν το δρόμο, πρέπει πρώτα να τηλεφωνήσει στους ντόπιους για να μάθει για τη βατότητα. Όμως δεν παύει να είναι μια πρόκληση για ορειβατική διάσχιση.

Το Συρράκο είναι απέναντι από τους Καλαρρύτες και τους χωρίζει το φαράγγι του Χρούσια με το Καλαρρύτικο ρέμα. Η έκπληξη για όλους ήταν το μονοπάτι που συνδέει τα δύο χωριά. Ένα μονοπάτι στην πλαγιά, που κατεβαίνει με ασφάλεια στο ρέμα και με σκαλιά στο βράχο, που προστατεύονται με σιδερένιο πλαίσιο. Εντυπωσιακή και η βαθιά χαράδρα. Κατεβήκαμε στο ρέμα, περάσαμε το γεφύρι, σιδερένιο με πέτρινες βάσεις, φαίνεται ότι το παλιό κάποια στιγμή κατέρρευσε, και αμέσως μετά βρεθήκαμε στον παλιό μισοανακαινισμένο νερόμυλο. Βρήκε την ευκαιρία ο Μήτσος να μας κάνει μάθημα για τους νερόμυλους, για τις νεροτρουβιές, τα μαντάνια, τα μυλολίθια και τις φτερωτές, μια και έχει ειδικευτεί. Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο «κάτ' το μυλολίθ'», γιατί είχε σημασία για ορισμένους. Εδώ μάθαμε και την παροιμία, «αυτός κινείται σαν το κάτ' το μυλολίθ'», που λέγεται όταν θέλουμε να σχολιάσουμε κάποιον που κινείται αργά (και περπατάει αργά). Γιατί το «κάτ' το μυλολίθ'» είναι ακίνητο!

Α! Συναντήσαμε και το Βασίλη με την Κατερίνα, το νεαρό ζευγάρι από την Κέρκυρα, φιλαράκια κι αυτοί, χαρούμενοι άνθρωποι σαν κι εμάς με το χιούμορ και το χαμόγελο. Το βουνό σε κάνει άλλο άνθρωπο. Απολάμβαναν με τις ώρες το θόρυβο του νερού κάτω από τα σκιερά πλατάνια! Μπράβο παιδιά. Ελπίζουμε να ξανασυναντηθούμε, πρέπει να σας δώσουμε και τις φωτογραφίες.

Το Συρράκο είναι ένα επίσης εντυπωσιακό χωριό στην πλαγιά, περιποιημένο με ανακαινισμένα σχεδόν όλα τα σπίτια, με καινούργια καλντερίμια, πανέμορφα πέτρινα κτίρια με πέτρινες σκεπές, με τις έξι εκκλησιές, τις βρύσες και τα πολλά νερά, τα μαγαζιά στα τεράστια πλατάνια, τα λουλούδια. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς μέσα στον ελάχιστο χρόνο της παραμονής μας. Είναι η πατρίδα των ποιητών Κώστα Κρυστάλλη και Γιώργου Ζαλοκώστα αλλά και του πρωθυπουργού Ι. Κωλέττη, που τα αγάλματά τους κοσμούν την είσοδο του Λαογραφικού Μουσείου και της Βιβλιοθήκης.

Στο χωριό λειτουργεί ο παραδοσιακός ξενώνας της Πόπης Μπήτσιου. Η κυρία Πόπη ευχάριστη, ζεστή και με το χαμόγελό της, μας φιλοξένησε για λίγο προσφέροντας σε όλους το δικό της γλυκό του κουταλιού. Είχαμε διαβάσει στο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ τα καλύτερα λόγια γι' αυτήν και τον ξενώνα. Το επιβεβαιώσαμε. Όταν τηλεφωνήσαμε ψάχνοντας για δωμάτια τα είχε όλα κλεισμένα και δυστυχώς δεν είχαμε την τύχη να μείνουμε στο Συρράκο. Όμως δώσαμε υπόσχεση να επισκεφθούμε πολύ σύντομα ξανά την περιοχή και να μείνουμε στο Συρράκο και στον ξενώνα της κυρίας Μπήτσιου.

Στη συζήτηση με τους ντόπιους μάθαμε ότι το Συρράκο έχει μεγαλύτερη ανάπτυξη και είναι πιο περιποιημένο από τους Καλαρρύτες, για έναν σημαντικό λόγο. Οι Καλαρρύτες ελευθερώθηκαν από τους Τούρκους πολύ νωρίτερα από το Συρράκο. Με αποτέλεσμα οι Καλαρρυτιώτες έφυγαν για τα Τρίκαλα και τη Θεσσαλία, την τότε ελεύθερη Ελλάδα. Οι Συρρακιώτες έφυγαν προς τα Γιάννενα, που είναι πιο κοντά στο χωριό τους και έχει και καλύτερη πρόσβαση. Έπαιξε λοιπόν σημαντικό ρόλο η απόσταση της δεύτερης πατρίδας των κατοίκων των δύο χωριών.

Κακή εντύπωση μας προκάλεσε η εικόνα των σκουπιδιών στην αρχή του μονοπατιού προς το Φαράγγι του Χρούσια. Και, τα άτιμα, φαίνονται από απέναντι!

Επιστρέψαμε στους Καλαρρύτες με σκοπό να φάμε εκεί το βράδυ στο μαγαζί του Ναπολέοντα Ζάγκλη. Ακολούθησε μια βραδιά με νόστιμα φαγητά, κρασί, τραγούδι και χορό. Εξαντλήσαμε τη θεματολογία στα τραγούδια για τα νερά, τα ποτάμια, τα πουλιά, όλα τα τα... με ευθύνη κυρίως της Λένας, η οποία σκόρπιζε με το δικό της τρόπο το κέφι. Αλλά αυτό που θα μου μείνει περισσότερο είναι ο μπαλαρινέ χορός της και εκείνο το «τσάκιστου Μήτσου μ' του ποτήρ'», που φώναξε με την ρουμελιώτικη ντοπιολαλιά της, όταν χόρευε ο Κωστής. Λένα είσαι πρώτη! Στο τέλος μπήκαμε μέσ' στο μαγαζί με σκοπό να συνεχίσουμε με την ρεμπέτικη ερασιτεχνική ορχήστρα, για την οποία είχε μαζευτεί όλο το χωριό. Όμως πρυτάνευσε η λογική και φύγαμε, γιατί είχαμε αρκετό δρόμο μέχρι τα Άγναντα και η επόμενη μέρα ήταν η μέρα του ταξιδιού μας.

Rafting στον Αραχθο

Την τελευταία μέρα την αφιερώσαμε για το rafting στον Άραχθο και... την επιστροφή μας. Ήταν μια καταπληκτική ηλιόλουστη μέρα, ιδανική ίσως για το ποτάμι. Στις 9 το πρωί μας περίμεναν στο Γεφύρι της Πλάκας οι άνθρωποι της Trekking Ελλάς, μας πήραν με το πουλμανάκι και μας πήγαν από το Καλέτζι στις εγκαταστάσεις της εταιρείας, φορέσαμε τις στολές, πήραμε τη βάρκα και κατεβήκαμε στο ποτάμι. Η βάρκα με τους «επτά επί Αράχθου» και τα δύο Hot Dog με τα τέσσερα φιλαράκια, ακολουθήσαμε τα τρικυμισμένα νερά του ποταμού σε μια απολαυστική διαδρομή. Ένα πανέμορφο σκηνικό μέσα στο φαράγγι με τα απότομα βράχια, την πλούσια βλάστηση ολόγυρα, τις φυσικές βρύσες και τα νερά να πετάγονται από τα βράχια, τους καταρράκτες και βέβαια το ποτάμι και το κουπί.

Την ωραία αυτή εμπειρία την οφείλουμε στο Βαγγέλη, που είχε την ιδέα και που με την επιμονή του κατάφερε να μας παρασύρει όλους στη μαγεία του Άραχθου και του rafting. Τον ευχαριστούμε.

Η επιστροφή

Η επιστροφή μας έγινε από την Άρτα, στο Κομπότι αριστερά, στο δρόμο προς τη Λίμνη Κρεμαστών και το Καρπενήσι.

Πηγή: Σ. Σταμέλλος, e-onthemountain.blogspot.com, e-ecology.gr

Φωτογραφίες: Σ. Σταμέλλος

Επιμέλεια: Routes.gr

Copyright © HellenicMountains.gr - All rights reserved